0Shares
ΒΑΡΒΑΚΗ ΓΙΑ ΠΡΟΑΓΟΡΑ ΑΠΟ FACEBOOK

Είναι γνωστό σε πολλούς ότι έχουμε αναλάβει την τεχνική διαχείριση τής ιστοσελίδας τού Μάνου Τασάκου, όπως και το ότι πριν από αρκετό καιρό είχαμε αναλυτικά παρουσιάσει το βιβλίο του “Ο Μέτριος Βίος τού Αλέξανδρου Βαλέτα”. Γράφαμε τότε ότι το βιβλίο εκείνο αποτελούσε ένα εξαιρετικά πυκνό και εύστοχο σχόλιο για την μεταπολίτευση στην Ελλάδα, ενώ η γραφή και το ύφος τού συγγραφέα θύμιζαν έντονα παλαιότερες εποχές τής νεοελληνικής λογοτεχνίας, όπου η λογοτεχνικότητα τού κειμένου και οι χαρακτήρες του έπαιζαν ακόμη βαρύνοντα ρόλο στην αξιολόγησή του και στην αποδοχή τού αναγνωστικού κοινού.

Θα περίμενε κανείς ότι ο Μάνος Τασάκος, επαναπαυμένος στα θετικά σχόλια τού πρώτου του βιβλίου, θα συνέχιζε στο ίδιο ύφος, προσπαθώντας να κτίσει μία αναγνωρίσιμη μανιέρα, κάτι που επιδιώκουν οι περισσότεροι νέοι συγγραφείς, παρά το ότι αυτό αποβαίνει τελικά εναντίον τους και συμβάλλει σε μία τυποποίηση δίχως ουσία ή αξιόλογο περιεχόμενο. Ίσως μία αναλυτικότερη παρουσίαση των μεταπολιτευτικών δεδομένων; Πιθανώς μία εξέλιξη ή και επανεμφάνιση τού Βαλέτα, τού κεντρικού ήρωα;

Κι όμως ο Τασάκος μάς ξάφνιασε και ανέτρεψε όλες αυτές τις υποθέσεις. Το νέο βιβλίο του από τις εκδόσεις Λιβάνη, τιτλοφορείται “Ο Θάνατος τής Άννας Βαρβάκη” και όπως υπονοεί και ο τίτλος, αφηγείται μία ιστορία κατά βάση αστυνομική. Παρά ταύτα από το εξώφυλλο απουσιάζει η μικρή ετικέτα που τοποθετούν συχνά οι εκδότες με την ένδειξη “Αστυνομικό Μυθιστόρημα” και αναρωτηθήκαμε το γιατί. Νομίζουμε ότι σε ένα πρώτο επίπεδο, απαντά ο ίδιος ο συγγραφέας με ένα εισαγωγικό σημείωμα για το βιβλίο του που ανέβασε στα κοινωνικά δίκτυα.

Υπάρχουν διάφοροι λόγοι για τους οποίους η λογοτεχνική κοινότητα στέκει με κάποια επιφύλαξη απέναντι στο λεγόμενο αστυνομικό μυθιστόρημα. Ο ένας από αυτούς σχετίζεται με αμαρτίες τού παρελθόντος, τότε που οι αστυνομικές ιστορίες γράφονταν στο γόνατο για να προλάβουν την δημοσίευση σε συνέχειες στις εφημερίδες τής εποχής. Και ο δεύτερος έχει να κάνει με τον μιμητισμό – είναι πολλά τα αστυνομικά που μιμούνται τήν αντίστοιχη αμερικανική λογοτεχνία με χαρακτήρες χάρτινους και συμπεριφορές εντελώς ξένες με την Ελληνική πραγματικότητα.

Προσπάθησα ώστε το βιβλίο αυτό να προσφέρει δύο επίπεδα ανάγνωσης. Το ένα είναι το εμφανές – μία απλή αστυνομική ιστορία, οι απλοί  άνθρωποι που στέκουν απέναντί της, επίπεδο πλοκής με άλλα λόγια με εξέλιξη γραμμική. Σε ένα δεύτερο επίπεδο απλώνονται συμβολισμοί για το σύνολο τής μεταπολίτευσης. Από τον τίτλο τού βιβλίου, (και τον αντίστοιχο χαρακτήρα), έως και την τελευταία σελίδα, όλα μπορούν να εισπραχθούν ως σύμβολα καταστάσεων και γεγονότων. Αυτό βεβαίως, για όποιον ενδιαφέρεται να αναζητήσει κάποια επιπλέον νοήματα.

Οι υπόλοιποι μπορούν απλώς να απολαύσουν την αφήγηση μιάς ιστορίας – και ελπίζω να την απολαύσουν όσο κι εγώ τις ώρες που την σκάρωνα και αποτύπωνα στο χαρτί.

Με αυτήν την έννοια, καλά έκανε ο Λιβάνης και δεν έβαλε στο εξώφυλλο την ετικέτα τού αστυνομικού μυθιστορήματος. Είναι οπωσδήποτε μία αστυνομική ιστορία, αλλά δεν είναι μόνο αυτό.

Έχει πράγματι περάσει ο καιρός όπου το αστυνομικό βιβλίο το κατέτασσαν στην παραλογοτεχνία ή στην καλύτερη περίπτωση σε μία λογοτεχνία δεύτερης και τρίτης ποιότητας. Εδώ και αρκετά χρόνια, (τόσο στην Ελλάδα, αλλά και στο εξωτερικό), τα βιβλία με αστυνομική πλοκή διαθέτουν χαρακτήρες ανθρώπινους και όχι υπεράνθρωπους, αναλύουν συναισθήματα και καταστάσεις και γενικότερα διαθέτουν όλα τα λογοτεχνικά χαρακτηριστικά ποιότητας. Θάλεγε μάλιστα κανείς ότι η ελληνική αστυνομική λογοτεχνία τα πηγαίνει πολύ καλά τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια. Στο καλό αστυνομικό βιβλίο η πλοκή και το έγκλημα είναι πολλές φορές το πρόσχημα για να αναφερθούν πολύ σημαντικά πράγματα για την κοινωνία και τις συμπεριφορές των ανθρώπων της, (ας μην ξεχνάμε ότι και το βιβλίο τού Βιζυηνού, “Ποίος ήτο ο φονεύς τού αδελφού μου”, θα μπορούσε να θεωρηθεί σήμερα αστυνομικό, αλλά την ίδια ώρα πόσα και πόσα πράγματα δεν λέγονται εκεί μέσα με αφορμή την αστυνομική πλοκή). Ας δούμε λοιπόν πολύ συνοπτικά το νέο βιβλίο τού Τασάκου, τόσο την πλοκή του όσο και τους χαρακτήρες του.

Κεντρικός ήρωας τού βιβλίου, (ή καλύτερα αντι-ήρωας), είναι ο Ίωνας Λεπτουργός, ένα μεσήλικας άντρας που όση βυζαντινή μεγαλοπρέπεια διαθέτει το όνομά του, (Λεπτουργός σημαίνει κατά κυριολεξία εκείνος που δίνει μεγάλη σημασία στην λεπτομέρεια, και κατ’ επέκταση ο τελειομανής), άλλη τόση είναι η φτώχεια και η ατυχία του. Ζει μία μοναχική ζωή στην Αθήνα με ελάχιστους φίλους και κάκιστες σχέσεις με τους συγγενείς του. Βουλιάζοντας μέσα στην μίζερη ζωή του και παλεύοντας με την κατάθλιψη, αποφασίζει να φύγει έστω και στην ηλικία του στην Αμερική. Όχι τόσο για να κάνει λεφτά ή να ξεκινήσει κάποια καριέρα, αλλά κυρίως για να απομακρυνθεί από τον τόπο του που τον έχει απογοητεύσει. Εκείνη ακριβώς την στιγμή και λίγο πριν από την αναχώρησή του, συμβαίνει ένα γεγονός που αλλάζει εντελώς τα πράγματα, τον υποχρεώνει να παραμείνει στην Αθήνα και να μπλεχτεί σε ένα κουβάρι που δείχνει εξαιρετικά μπλεγμένο και μυστηριώδες. Περισσότερα δεν μπορούμε να πούμε εδώ χωρίς να έχουμε spoilers, αλλά πάντως κάπως έτσι ξεκινά μία ιστορία που τελικά θα αλλάξει και τον ίδιο τον Λεπτουργό και θα τον κάνει να προχωρήσει σε αναθωρήσεις.

ΜΑΝΟΣ ΤΑΣΑΚΟΣ
Μάνος Τασάκος

Το βιβλίο έχει 272 σελίδες αλλά διαβάζεται απνευστί. Και αυτό το οφείλει κατά την γνώμη μας σε κάποια σαφή πλεονεκτήματα. Το πρώτο με το οποίο δεν έχει νόημα να ασχοληθούμε εκτενέστερα είναι η ίδια η γραφή, το λεγόμενο λογοτεχνικό ύφος. Όποιος έχει διαβάσει κείμενα και βιβλία τού Τασάκου, θα εύρει και εδώ την ίδια προσεγμένη, (και αναγνωρίσιμη) γραφή, την τελειοθηρία στην επιλογή λέξεων και φράσεων και την νοσταλγία για μία εποχή όπου η γλώσσα έπαιζε καθοριστικό ρόλο στην επικοινωνία. Αυτό όμως είναι κάτι που μόνο ο αναγνώστης μπορεί να το βιώσει και δύσκολα μπορούμε να το μεταδώσουμε εδώ ως αίσθηση.

Το δεύτερο και πολύ σημαντικό, είναι ο κεντρικός χαρακτήρας τού βιβλίου, ο Ίωνας Λεπτουργός. Δεν θα βρεῖτε εδώ τα στερεότυπα τής αμερικανικής λογοτεχνίας με τον σκληροτράχηλο και σχεδόν αλκοολικό ντετέκτιβ ή τον γόη που δεν τού αντιστέκεται θηλυκό στο διάβα του. Ο Λεπτουργός γίνεται αμέσως συμπαθής γιατί είναι ένας από εμάς, ένας από τους ταλαιπωρημένους αυτού τού κόσμου που είναι εκατομμύρια. Ποτέ δεν φαντάστηκε στην ζωή του ότι θα μπορούσε να ασχοληθεί με αστυνομική έρευνα και ό,τι τού προκύπτει στην αρχή του βιβλίου τού προκαλεί περισσότερη δυσφορία παρά ικανοποίηση. Είναι φτωχός, ο διαχειριστής τον κυνηγά για τα κοινόχρηστα, η σύνταξή του ίσα που φτάνει για τα στοιχειώδη, αλλά την ίδια στιγμή είναι και περίεργα περήφανος, αρνούμενος να τα βρει με τον γαμπρό του που θα μπορούσε να τού προσφέρει εργασία και ένα καλύτερο μεροκάματο. Τα αδιέξοδα που βιώνει σε έναν βαθμό οφείλονται και σε αποφάσεις τού ίδιου, αλλά ακόμη και την ύστατη ώρα, προτιμά την ξενιτειά από τον συμβιβασμό.

Διαφήμιση

Ένα τρίτο, (και ίσως το σημαντικότερο όταν μιλάμε για αστυνομική ιστορία), είναι το λεγόμενο “σενάριο”, η ίδια η πλοκή και ο σχεδιασμός τής ιστορίας. Στα αστυνομικά μυθιστορήματα είναι πολύ εύκολο να ξεφύγεις προς την υπερβολή, το μη αληθοφανές, το απίθανο. Όμως στο “Ο θάνατος τής Άννας Βαρβάκη”, (παρά το ότι υπάρχουν κάποιες ελάχιστες υπερβολές), η πλοκή είναι εντελώς αληθοφανής, (σε σημείο να νομίζει κανείς ότι πρόκειται για αληθινή ιστορία μεταμφιεσμένη), πράγματα, άνθρωποι και καταστάσεις λειτουργούν εντελώς καθημερινά και οι διάλογοι είναι εξαιρετικά δουλεμένοι, χωρίς ίχνος επιτήδευσης, αταίριαστων εκφράσεων και θεατρικότητας. Είναι σαν να παρακολουθούμε στο πρόβλημα τής διπλανής πόρτας και τις κινήσεις απλών καθημερινών ανθρώπων.

ΒΑΡΒΑΚΗ ΜΟΝΟ ΕΞΩΦΥΛΛΟ

Όταν μιλάμε για τον Μάνο Τασάκο, μιλάμε κυρίως για την νεοελληνική ποίηση, μέχρι και σήμερα είναι περισσότερο γνωστός για τα κείμενά του στην ιστοσελίδα του και τα δοκίμιά του για γνωστούς και λιγότερο γνωστούς νεοέλληνες ποιητές. Είναι αναμενόμενο λοιπόν ότι με αυτό το μικρόβιο τής ποίησης έχει μπολιάσει και τον Λεπτουργό, ο οποίος παρά την φτώχεια του και τα προβλήματά του, διαβάζει και γράφει ποίηση, μάλιστα μέσα στο βιβλίο υπάρχουν τέσσερα πέντε ποιήματα, (άλλα πασίγνωστα, άλλα εντελώς άγνωστα), που προσδίδουν μία μοναδική πινελιά στον κεντρικό χαρακτήρα. Έχουμε την αίσθηση ότι εάν υπάρξει συνέχεια στις περιπέτειες τού Λεπτουργού αυτό το ποιητικό στοιχείο θα ενταθεί και θα μεγαλώσει σε έκταση.

Υπάρχει κάποια σχέση τού βιβλίου με το προηγούμενο τού συγγραφέα; Κατά την γνώμη μας υπάρχει και είναι αρκετά σαφής. Στο πρώτο βιβλίο ο κεντρικός ήρωας, (ο Αλέξανδρος Βαλέτας) ανδρώνεται την περίοδο τής μεταπολίτευσης και από ένα σημείο και μετά αποξενώνεται από ένα περιβάλλον βουτηγμένο στην διαπλοκή, την αναξιοκρατία, την εξαργύρωση αντιστασιακών περγαμηνών. Ο κόσμος τού γίνεται ξένος, ανυπόφορος, αποκρουστικός. Κατά μία έννοια και ο κόσμος που ζει ο Λεπτουργός δεν είναι παρά το αποτέλεσμα εκείνης τής εποχής, τα απόνερα τής διαπλοκής και τής διαφθοράς. Η διαφορά στους δύο ήρωες υπάρχει μοναχά σε επίπεδο συμπεριφοράς – ο ένας εντελώς απόλυτος και ασυμβίβαστος επιλέγει να συνεχίσει έστω και μόνος του τις μάχες ενάντια σε ένα καθεστώς, ενώ ο δεύτερος έχει πλέον συμβιβαστεί με την τύχη του και η ύστατη επιλογή του είναι η φυγή από την πατρίδα. Οι ήρωες στα δύο βιβλία είναι εντελώς διαφορετικοί, όπως και η πλοκή, αλλά στην ουσία το φόντο παραμένει ίδιο και εντελώς μελαγχολικό, μια χώρα που στριφογυρίζει μέσα στα ίδια τα λάθη κοντά 50 χρόνια μετά την μεταπολίτευση.

Υπάρχει κάτι που θα μπορούσε να προσάψει κανείς στο νέο βιβλίο τού Τασάκου; Ίσως μία στερεοτυπική αντιμετώπιση κάποιων δεύτερων και τρίτων χαρακτήρων, αλλά πάντως όχι σε βαθμό αλλοίωσης τής συνολικής ποιότητας και ατμόσφαιρας τού βιβλίου.

Το τέλος τού βιβλίου είναι κάπως αμφιλεγόμενο και αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο συνέχειας στις περιπέτειες τού Λεπτουργού. Υποθέτουμε ότι αυτό θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την επιτυχία του στο πεδίο των πωλήσεων και την υποδοχή των αναγνωστών. “Ο Θάνατος τής Άννας Βαρβάκη” έχει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά για να γενεί εμπορική επιτυχία, αλλά ταυτόχρονα πιστεύουμε ότι θα ικανοποιήσει και τους αναγνώστες εκείνους που αναζητούν ποιότητα λογοτεχνική. Θα λέγαμε μάλιστα ότι για το συγκεκριμένο βιβλίο το στοίχημα σε τέτοιες δύσκολες εποχές για τα βιβλιοπωλεία, είναι κατά πόσο ο μηχανισμός πωλήσεων των εκδόσεων Λιβάνη θα μπορέσει να το βάλει στο ράφι και του πιο μικρού βιβλιοπωλείου και να το υποστηρίξει όσο καλύτερα μπορεί.

Το αντίθετο θα είναι πολύ άδικο για το βιβλίο, αλλά και για εκείνους που ανάμεσα σε χιλιάδες τίτλους τον χρόνο, αναζητούν κάτι το διαφορετικό και με ξεχωριστή ποιότητα.

Με μία φράση; Ένα βιβλίο – έκπληξη από τον Μάνο Τασάκο και τις εκδόσεις Λιβάνη, ένα από τα καλύτερα ελληνικά μυθιστορήματα τής χρονιάς μέχρι αυτήν την στιγμή.

Στον παρακάτω σύνδεσμο μπορείτε να παραγγείλετε το βιβλίο, απευθείας από τις εκδόσεις Λιβάνη. Σε λίγες μέρες θα προστεθούν και άλλοι σύνδεσμοι από όλα τα γνωστά βιβλιοπωλεία.

5 1 vote
Article Rating
0Shares
Διαφήμιση

Similar Posts

Subscribe
Notify of
guest
0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments